Εγώ
- Άμα πεθάνω εγώ, φούρνος να μην καπνίσει.
- Μακριά απ’ τον κώλο μου, κι ας είναι δέκα μέτρα.
- Όξω απ’ τη μανίκα μου κι ας είναι κι η μανίτσα μου.
- Σ’ αυτόν τον τόπο τον στραβό, άλλος δεν ήταν κι ήρθα εγώ.
Πρόσωπο
- Το πρόσωπο είναι σπαθί.
Χαρακτήρας
- Άμα το ‘χει η κούτρα σου να κατεβάζει ψείρες...
- Όπου είν’ ο γέρος κουζουλός από τα νιάτα το ‘χει.
Μάτια
- Το γινάτι βγάζει μάτι.
- Το μάτι σπάει την πέτρα.
- Μάτια λαίμαργα, ψυχή χαμένη.
- Το μάτι δειλό μα το χέρι τολμηρό.
- Φάτε μάτια ψάρια και κοιλιά περίδρομο.
- Κάλλιο να σου βγει το μάτι παρά το όνομα.
- Σε όλα υπάρχει νόμος, στα μάτια όχι όμως.
- Tο ένα μάτι στο γιαχνί και τ’ άλλο στο πιλάφι.
- Μάτια που δεν βλέπονται, γρήγορα λησμονιούνται.
- Για σένα μαυρομάτα μου έβγαλα εγώ τα μάτια μου.
- Άλλα τα μάτια του λαγού κι άλλα της κουκουβάγιας.
Νους
- Άσκεφτος ο νους, διπλός ο κόπος.
- Αν δε δουλεύει το μυαλό, τα χέρια δε δικάνε.
- Το μυαλό το σπείρανε κι όσοι προλάβαν πήρανε.
- Καλά είναι τα γράμματα, μα να ‘χει νου και γνώση.
Όνομα
- Όχι Γιάννης, Γιαννάκης.
- Όπου Γιάννης και μάλαμα.
- Άλλος έχει τ’ όνομα κι άλλος τη χάρη.
- Σπίτι χωρίς Γιάννη, προκοπή δεν κάνει.
- Ακόμα δεν τον είδαμε και Γιάννη τον εβγάλαμε.
Στάση & Νοοτροπία
- Χαρά σ’ εκείνον που γελά, με τα παθήματά του, που κάνει γλέντι τον καημό, χορό τα βήματά του.
Απόψεις & Γνώμες
- Άλλος το μακρύ του κι άλλος το κοντό του.
- Στο μπόι σου βρίσκεις, στη γνώμη σου δε βρίσκεις.
- Με ένα κώλο γερνάει κανείς, με μια γνώμη δεν γερνάει.
- Την ξένη γνώμη αγροίκα την και τη δική σου κράτει, κι εκείνην όπου σε ωφελεί, με δαύτηνε περπάτει.
Πεποιθήσεις
- Ο λύκος κι αν εγέρασε κι άσπρισε το μαλλί του, ούτε τη γνώμη άλλαξε ούτε την κεφαλή του.
Καταγωγή
- Το σόι σώζεται.
- Το μήλο κάτω απ’ τη μηλιά θα πέσει.
- Πάρε σκυλί από μαντρί, γυναίκα από σόι.
- Η αλεπού και το παιδί της, ένα τομάρι έχουνε.
- Κατά μάνα κατά κύρη, κατά γιος και θυγατέρα.
- Οι κάμποι τρέφουν άλογα και τα βουνά λεβέντες.
- Ζαβός ζαβή παντρεύτηκε, ζαβά παιδιά θα κάνουν.
- Το αίμα νερό δεν γίνεται [και άμα γενεί δεν πίνεται].
- Από αγκάθι βγαίνει ρόδο κι από ρόδο βγαίνει αγκάθι.
- Από κει που πήδησε η κατσίκα θα περάσει και το κατσικάκι.
- Από ένα ξύλο φτιάχνουν και το φουρνόφτυαρο και το σκατόφτυαρο.
- Αδύνατο `ναι να γενεί χοίρου μαλλί μετάξι και του χωριάτη το παιδί να ‘χει αρχοντιά και τάξη.
- Μη μου πολυψηλώνεσαι γιατί ψηλός δεν είσαι, και το χωριό σου είναι κοντά, και ξέρω τίνος είσαι.
Νοσταλγία
- Η γριά όταν χαιρότανε, τα νιάτα της θυμότανε.
- Όποιος γεννηθεί στη φυλακή, τη φυλακή θυμάται.
Μνήμη
- Κάθε κακό θυμίζεται, κάθε καλό ξεχνιέται.
- Γλυκό είν’ το γάλα έλεγε ο πάππος μου που το ‘λεγε μια θεια του.
Λήθη
- Πάντα ξεχνά η πεθερά πως ήτονε και νύφη.
- Μάτια που δεν βλέπονται, γρήγορα λησμονιούνται.
- Όσοι πίνουν και μεθούνε λησμονούν όσα χρωστούνε.
Γέλιο & Χαμόγελο
- Η πορδού είναι γελού.
- Γελά ο τρελός στ’ αγέλαστα.
- Γέλιο άσκοπο, μυαλό άσκεφτο.
- Γέλασε και το παρδαλό κατσίκι.
- Γελά που κλάνει μα δεν του πιάνει.
- Το γέλιο, είναι του τρελού ο λόξυγκας.
- Άμα ξαναγίνω νύφη, ξέρω να χαμογελώ.
- Είναι κι άσπρα γέλια, είναι και μαύρα γέλια.
- Εγελούσανε με μένα κι έσκασα κι εγώ στα γέλια.
- Όταν γελάς μη σκέφτεσαι, μα όταν κλαις το ίδιο.
- Τα γέλια τ’ ασταμάτητα, μυαλά κουρκουτιασμένα.
- Αν δεν γελάσεις το πρωί, μην καρτερείς το βράδυ.
- Όποιος γελάει την Παρασκευή, κλαίει το Σαββάτο.
- Τα γέλια τ’ ασταμάτητα, μυαλά κουρκουτιασμένα.
- Δυο γελάν, κάτι ξέρουν. Ένας γελάει, τρελός είναι.
- Αν γελάς όταν σε δέρνουν, δεν θα σε ξαναδείρουν.
- Ας πηδάμε κι ας γελάμε για να λεν πως δεν πεινάμε.
- Απ’ τα πολλά τα γέλια, τον καταλαβαίνεις τον τρελό.
- Ο Οκτώβρης θέλει γέλια, γιατί ανοίγουν τα βαρέλια.
- Γέλιο χαρά που μου ‘φερες και λύπη που μου πήρες.
- Άσπρα γέλια των χειλιώνε, μαύρα γέλια των καρδιώνε.
- Όποιος γελάει με τον άλλον, γελάει με τα μούτρα του.
- Ο γνωστικός θυμάται και γελά, ο τρελός βλέπει και γελά.
- Καλύτερα καλύβα όπου γελούν, παρά παλάτι όπου κλαίνε.
- Μ’ έκαμες κι εγέλασα, κι ήταν κι ο άντρας μου άρρωστος.
- Χαρά σ’ εκείνον που γελά, με τα παθήματά του, που κάνει γλέντι τον καημό, χορό τα βήματά του.
Μυρωδιές & Αρώματα
- Πέρσι έκλασε, φέτος βρόμισε.
- Το ψάρι βρομάει απ’ το κεφάλι.
- Ο πρωτομυριστής και πρωτοκλαστής.
- Όταν ανακατεύεις τα σκατά, βρομάνε.
- Καθενός η πορδή, μόσχος του μυρίζει.
- Βασιλικός κι αν μαραθεί, τη μυρωδιά την έχει.
- Όποιος κεντάει το γάιδαρο, μυρίζεται τις πορδές του.
- Όποιος περπατεί μυρίζει κι όποιος κάθεται βρωμίζει.
Εξωτερική Εμφάνιση
- Μαγκιά, κλανιά και κώλος φινιστρίνι.
- Από ‘ξω κούκλα κι από μέσα πανούκλα.
- Μικρός στο μάτι, μεγάλος στο κρεβάτι.
- Άνθρωπο βλέπεις, καρδιά δεν γνωρίζεις.
- Ή μίλαε όπως φορείς ή φόραε όπως μιλείς.
- Άντρας χωρίς μουστάκι, αυγό χωρίς αλάτι.
- Κοντή γυναίκα πέρδικα, ψηλή καρακαηδόνα.
- Άντρας ο καλύτερος τσάχειλας και μύταρος.
- Άλλαξε ο Μανωλιός, έβαλε τα ρούχα του αλλιώς.
- Ο κουζουλός ο γάιδαρος, πάντα πουλάρι δείχνει.
- Η αρρώστια και η αρχοντιά φαίνονται από μακριά.
- Κι αν στόλισες το γάιδαρο, γι’ άλογο δεν περνιέται!
- Αρρώστου χείλη φαίνονται και νηστικού μαγούλες.
- Φυλάξου από άνθρωπο σπανό και μαλλιαρή γυναίκα.
- Ο μουρλός άντρας και η πουτάνα γυναίκα δεν γερνάνε ποτέ.
- Μάτια και φρύδια έβλεπα και πίστεψα ο καημένος, μα την καρδιά δεν έβλεπα και βγήκα γελασμένος.
Ομορφιά
- Μπρος τα κάλλη τι είναι ο πόνος.
- Όμορφη γυναίκα, διάβολος του χωριού.
- Άσχημο παιδί στην κούνια, όμορφο στη ρούγα.
- Καλογνωμιά και ομορφιά θέλουν ταπεινοσύνη.
- Οι έμορφες γυρεύονται κι οι άξιες επαινούνται.
- Μην το περηφανεύεσαι και μην το κάνεις νάζι, γιατί ο Θεός την ομορφιά σαν άνθος την τινάζει.
- Δεν θέλω άνδρα όμορφον να κάθεται σιμά μου, να συχνομπαρμπερίζεται και να πεινά η κοιλιά μου.
Υγεία
- Κώλος κλαμένος, γιατρός χεσμένος.
- Κάλλιο κακή φτιάσις παρά κακή κράσις.
- Ό,τι παθαίνει το κορμί, το φταίει το κεφάλι.
- Ο άρρωστος θέλει γιατρό κι ο πεθαμένος κλάμα.
- Μήτε όλα του γιατρού μήτε του γιατρού κανένα.
- Χαρά στο νιο τον τσίρλιαρη, τον γέρο σφιχτοκώλη.
- Οι τριφτάδες κι ο χυλός ώσπου να σηκωθείς ορθός.
- Πότε ο Γιάννης δεν μπορεί, πότε ο κώλος τον πονεί.
- Αν πεθάνω από συνάχι, η πανούκλα μούντζες να 'χει.
- Κάλλιο φτωχός και υγιής παρά πλούσιος και ασθενής.
- Το γέρο δεν τον ρωτούν πού πονεί, αλλά πού δεν πονεί.
- Τετάρτη και Παρασκευή τα νύχια σου μην κόψεις, την Κυριακή να μη λουσθείς, αν θέλεις να προκόψεις.
Καρδιά
- Κρύα χέρια - ζεστή καρδιά.
- Το στενό σπίτι θέλει φαρδιά καρδιά.
- Της καρδιάς το κλειδί ο λόγος το κρατεί.
- Πολλές φορές η λογική με την καρδιά μαλώνει, γιατί το θέλει η καθεμιά δικό της το τιμόνι.
Αίμα
- Το αίμα νερό δεν γίνεται [και άμα γενεί δεν πίνεται].
Οπτικό πεδίο
- Η καμήλα την καμπούρα της δεν την βλέπει.
- Ο διακονιάρης τα μπροστινά σακούλια βλέπει.
- Όσους βλέπει ο παπάς, τόσους και θυμιατίζει.
- Εμείς το λύκο βλέπουμε, πούθε πάν’ τ’ αχνάρια του.
- Το δικό μου το καρφί το βλέπεις, το δικό σου το παλούκι δεν το βλέπεις;
Συνήθεια
- Μούστος είναι και θα βράσει.
- Τόπου συνήθεια, νόμου κεφάλαιο.
- Συνήθισε να γίνεται, δεν απογίνεται.
- Ό,τι μικρομάθαινες, δεν το γεροντάφηνες.
- Κώλος μαθημένος δεν ξεχνάει ο καημένος.
- Έτσι το ‘χει το λινάρι, να ανθεί τον Αλωνάρη.
- Κάθε μαχαλάς και τάξη, κάθε ρούγα και ζακόνι.
- Γέρος γάιδαρος καινούρια περπατησιά δε βγάζει.
- Κώλος που ‘μαθε να κλάνει, εύκολα δε ξεμαθαίνει.
- Ντύσου, γδύσου, συλλογίσου, φάγε, πιέ, χέσε, κοιμήσου.
Τύχη & Πεπρωμένο
- Ρόδα είναι και γυρίζει.
- Ό,τι μέλλει δεν ξεμέλλει.
- Στραβά δόντια, ίσια μοίρα.
- Η μάνα γεννάει μα δεν μοιραίνει.
- Κάθε ημέρα δεν είναι τ’ Αϊ-Γιαννιού.
- Του φτωχού τ’ αρνί κριάρι δε γίνεται.
- Αυτός κοιμάται κι η τύχη του δουλεύει.
- Όταν θέλει ο Θεός, βοηθούν κι οι Άγιοι.
- Γυναίκα και καρπούζι η τύχη τα διαλέγει.
- Ό,τι γράφει η μοίρα, δεν ξεγράφει η χείρα.
- Του φτωχού το εύρημα, ή καρφί ή πέταλο.
- Άλλος μαυρομάτα και άλλος τσιμπλομάτα.
- Ο Θεός άλλους έπλασε και άλλους έκλασε.
- Όποιος έχει τύχη, γεννάνε και τα κοκόρια του.
- Η μοίρα κάνει τα προικιά, το ριζικό τα κάλλη.
- Να ‘χα πουτάνας ριζικό και ακαμάτρας μοίρα.
- Όταν η τύχη σε βοηθά, μην την πισωκωλιάζεις.
- Σαν θέλει η μοίρα, μυλωνάς γίνεται και δεσπότης.
- Που γραψ’ ο Θεός ξεβράκωτο, ποτέ βρακί δε βάζει.
- Όποιου του μέλλει να πνιγεί, δεν πάει από κρεμάλα.
- Τα όσα έχει η μοίρα στο χαρτί, πελέκι δεν τα κόβει.
- Οι ακαμάτρες και οι τρελές έχουν τις τύχες τις καλές.
- Ό,τι γράφει η μοίρα μελανό, ο ήλιος δεν τ’ ασπρίζει.
- Απ’ τον μύλο κι αν αλεστείς, άμα ειν‘ Να ζήσεις ζεις!
- Μην κοιτάς τα στραβά μου πόδια. Κοίτα την ίσια μου την τύχη.
- Αν έχεις τύχη διάβαινε και ριζικό περπάτει [κι αν είσαι κακορίζικος, κάτσε μην τυραννιέσαι]
Υπέρβαροι
- Τα πάχη μου, τα κάλλη μου.
- Του παπά η κοιλιά είν’ αμπάρι, θέλει να φάει και να πάρει.
Ομοιότητα
- Σόι πάει το βασίλειο.
- Όχι Γιάννης, Γιαννάκης.
- Δες μάνα και πάρε κόρη.
- Όλοι οι σκύλοι μια γενιά.
- Ό,τι δεν ομοιάζει μήτε γειτονιάζει.
- Κόρακας κοράκου μάτι δεν βγάζει.
- Κολιός και κολιός από ένα βαρέλι.
- Μεταξύ κατεργαραίων, ειλικρίνεια.
- Σπάρτο με σπάρτο, βούρλο με βούρλο.
- Κύλησε ο τέντζερης και βρήκε το καπάκι.
- Αν δε ταιριάζαμε, δεν θα συμπεθεριάζαμε.
- Όμοιος τον όμοιο κι η κοπριά στα λάχανα.
- Δείξε μου το φίλο σου, να σου πω ποιος είσαι.
- Κατά μάνα κατά κύρη, κατά γιος και θυγατέρα.
- Αγάπαγε η Μάρω το χορό βρήκε και άντρα χορευτή.
- Όμοιος τον όμοιο αγαπά κι όμοιος τον όμοιο θέλει.
- Η νύφη όντας θα γεννηθεί, της πεθεράς θα μοιάσει.
- Βρήκε ο γύφτος τη γενιά του κι αναγάλλιασε η καρδιά του.
- Όμοιος τον όμοιο γύρευε, πουτάνα την πουτάνα, κι ο κερατάς τον κερατά να περπατούν αντάμα.
- Έσμιξε ο ανάλατος με την αναλατίνα,
κι εκάμανε δύο παιδιά, ανάλατα κι εκείνα.
Γυμνό
- Νηστικός περνάς, γυμνός όχι.
- Έμαθε γυμνός και ντρέπεται ντυμένος.
- Έμαθε ξεβράκωτος και ντρέπεται ντυμένος.
Μαλλιά
- Μακριά μαλλιά και λίγη γνώση.
- Πήγε για μαλλί και βγήκε κουρεμένος.
- Η φωτιά και το νερό δεν έχουν μαλλιά.
- Ο πνιγμένος απ’ τα μαλλιά του πιάνεται.
- Όποιος έχει τα γένια, έχει και τα χτένια.
- Μαθημένο είναι το αρνί, να του παίρνουν το μαλλί.
No comments:
Post a Comment