Πειρασμός
- Μικρός δαίμων μεγάλη πειρασία.
- Όμορφη γυναίκα, διάβολος του χωριού.
- Θέλω ν’ αγιάσω κι ο διάβολος δεν μ’ αφήνει.
Πάθη & Αμαρτίες
- Αμαρτίαι γονέων παιδεύουσι τέκνα.
- Αμαρτία εξομολογουμένη ουκ έστι αμαρτία.
- Αμαρτίες πο ‘χεις άντρα και ξυπνάς τη νύχτα πάντα.
- Ούτε εκκλησιά χωρίς καμπάνα, ούτε χωριό χωρίς πουτάνα.
- Αν αρτυθείς να είν’ αρνί, αν κλέψεις ναν’ χρυσάφι κι αν αγαπήσεις και καμιά, να τη ζηλεύει η γειτονιά.
Ελαττώματα
- Εμ φτωχό τ’ αρνί, εμ πλατιά ουρά.
- Η καμήλα από τ’ αυτί δεν κουτσαίνει.
- Κι ο ωραιότερος κώλος, πορδές κλάνει.
- Αγάπα το φίλο σου με τα ελαττώματά του.
- Δεν είναι τάβλα που να μην έχει το ρόζο της.
- Καλή είν’ η νύφη μας, μόνο στραβά κοιτάζει.
- Μήτε δέντρο χωρίς ξεράδι μήτε άνθρωπος χωρίς ψεγάδι.
- Τι χοντρό κεφάλι που ‘χεις· με στενεύει η σκούφια σου.
- Η γυναίκα όταν παντρευτεί και το μουλάρι όταν σαμαρωθεί [δείχνουν τις πληγές τους].
- Τα δικά μας ελαττώματα είναι σύκα και δεν βροντούν, των άλλων είναι καρύδια και τρίζουν.
Άγνοια
- Ακούει ένα και κρίνει δύο.
- Πού να ξέρει ο βλάχος τι είναι το σφουγγάτο;
- Ξέρει και ο κυρ - γάιδαρος τι ‘ναι το κυδωνάτο!
- Δεν γνωρίζουν οι γαϊδάροι πώς το τρώνε το χαβιάρι.
- Θαρρείς τ’ αυγά αλωνίζονται και το κρασί λιχνιέται.
- Κανείς δεν ξέρει τι μαγειρεύει του αλλουνού το τσουκάλι.
Ματαιοδοξία
- Μαγκιά, κλανιά και κώλος φινιστρίνι.
- Χόρτασ’ η ψείρα και βγήκε στον γιακά.
- Έκανε η μύγα κώλο κι έχεσε τον κόσμο όλο.
- Όποιος ψηλώνεται, πέφτει και σκοτώνεται.
- Είδε η ψείρα αλώνι, περπατεί και καμαρώνει.
- Άβρακος βρακί δεν είχε, το ‘βαλε και χέστηκε.
- Όλα τα ‘χε η Μαριορή, ο φερετζές της έλειπε.
- Δε ρωτάνε τη Φατμέ πότε θα γίνει μπαϊράμι.
- Το μυρμήγκι, σαν είναι να χαθεί, βγάζει φτερά.
- Περήφανος καλόγερος, άδεια τα σακούλια του.
- Εβγήκε και το τζίτζιφο και παριστάν’ το φρούτο.
- Άμαθος βρακί εφόρει, κάθε πάτημα το εθώρει.
- Αντάμα πάμε, Δέσποτα, και πάμε όπου ορίζεις.
- Έλα παππού να σου δείξω τ’ αμπελοχώραφά σου.
- Ας με λένε Βοϊβοντίνα, κι ας ψοφώ απ’ την πείνα.
- Ο ποντικός στην τρύπα του μεγάλος άρχος είναι.
- Τι του λείπει του ψωριάρη, φούντα με μαργαριτάρι.
- Και κόκκορος εν λαχάνοις, και Σαούλ εν προφήταις.
- Ψηλά παπά μου τ’ άρχισες και δεν το βγάζεις πέρα.
- Όσα ξέρει ο Κωνσταντής, δεν τα ξέρει άλλος κανείς.
- Ο κώλος μας ξεβράκωτος κι η σκούφια μας με φιόρα.
- Κι η μυλωνού τον άντρα της με τους πραματευτάδες.
- Έκαμε τον κώλο του ντουφέκι και βροντάει και δε στέκει.
- Σ’ αυτόν τον τόπο τον στραβό, άλλος δεν ήταν κι ήρθα εγώ.
Καυχησιολογία
- Όλο το αυγό στην πίτα.
- Έκανε τ’ άχυρα κομμάτια.
- Εγώ είμαι εδώ, που σπάω το αυγό.
- Γέρος και ξένος για πολλά καυχιέται.
- Θα πηδήξω τάτα, θα σε δω παιδάκι μου.
- Για δέστε με γειτόνισσες, πλεμόνια τηγανίζω.
- Έχετε γεια γειτόνισσες κι εγώ ψηλά αρμενίζω.
- Ο άδειος ο τενεκές κάνει το μεγαλύτερο θόρυβο.
- Άλλη καμιά δε γέννησε, μόνο η Μαρία το Γιάννη.
- Άβρακος έβαλε βρακί, σε κάθε πόρτα το έδειχνε.
- Γέρος κι αν επαινεύτηκεν, ανήφορος το δείχνει.
- Άκουσα τα κουδούνια σου κι έλεγα μάντρες έχεις.
- Μην καμαρώνεις στην αρχή προτού ιδείς το τέλος.
- Ο Μανώλης, με τα λόγια, χτίζει ανώγια και κατώγια.
- Μες στα πολλά παινέματα τα πιο πολλά είναι ψέματα.
- Έκανε κι ο κόκορας αυγό και δεν έχει πού να το βάλει.
- Όποιος καμαρώνει γι' αφεντιά, πρέπει κι αφέντης να 'ναι.
- Μην το περηφανεύεσαι και μην το κάνεις νάζι, γιατί ο Θεός την ομορφιά σαν άνθος την τινάζει.
- Μη μου πολυψηλώνεσαι γιατί ψηλός δεν είσαι, και το χωριό σου είναι κοντά, και ξέρω τίνος είσαι.
Βλακεία
- Χαζό παιδί, χαρά γεμάτο.
- Όποιος δεν έχει μυαλό, έχει πόδια.
- Κρατεί τα δράμια και χάνει τα καντάρια.
- Σαράντα πέντε Γιάννηδες ενός κοκόρου γνώση.
- Τα μυαλά σου και μια λύρα να χορεύει η καλομοίρα.
- Να ‘χαν οι κουρούνες γνώση, να μας δάνειζαν καμπόση.
- Τα μυαλά σου και μια λίρα και του μπογιατζή ο κόπανος.
- Ουδείς μωρότερος των ιατρών, εάν δεν υπήρχαν οι διδάσκαλοι.
Αναποτελεσματικότητα
- Βάρ’ εμείς, πέσ’ εμείς.
- Απ’ τη γύφτισσα προζύμι.
- Χίλια κλήματα, δέκα σταφύλια.
- Πάει ανάποδα, σαν τον κάβουρα.
- Με τις πορδές δε βάφονται αβγά.
- Ένας κούκος δεν φέρνει την άνοιξη.
- Πήγε για μαλλί και βγήκε κουρεμένος.
- Όποιος πάει ανάγυρα, πάει σπίτι του.
- Με κουβαλητό νερό ο μύλος δε γυρίζει.
- Κι εγώ κακό χερόβολο και συ κακό δεμάτι.
- Όποιος αέρα κυνηγά, αέρας τονε παίρνει.
- Διάλεξε, ξεδιάλεξε, στην κοπριά κατάντησε.
- Πήγαμε στη Ρώμη και δεν είδαμε τον Πάπα.
- Ή στραβός είν’ ο γιαλός ή στραβά αρμενίζουμε.
- Αλάτι πάει στην αλυκή και φρύγανα στο λόγγο.
- Πιάσ’ τον ξυπόλητο και πάρ’ του τα παπούτσια.
- Βαράει κουμπουριές στο γάμο του Καραγκιόζη.
- Τον κώλο βάζει ο μάγειρας, σκατά θα μαγειρέψει.
- Έκαψ’ την καλύβα του να μη τον τρων’ οι ψύλλοι.
- Πάρε την κάργια οδηγό, να φας σκατό με το κιλό.
- Κουτσός στον κάμπο έτρεχε να πιάσει καβαλάρη.
- Της νύχτας τη δουλειά τη βλέπει η μέρα και γελά.
- Τυφλός τυφλό οδήγαγε κι οι δυο στο λάκκο πέσαν.
- Όπου λαλούν πολλοί κοκόροι, αργεί να ξημερώσει.
- Αλλού με τρίβεις δέσποτα κι αλλού έχω εγώ το πόνο.
- Στραβός στραβόν οδήγαγε κι ηύραν κι οι δυο το βράχο.
- Μούντζω κατά του Κουρουνιού, σπάσανε οι μπογάνες.
- Θα κουρέψουμε μια γάτα, για να φτιάσουμε μια κάπα.
- Κίνησε ο Οβριός για το παζάρι κι έτυχε να ‘ναι Σάββατο.
- Αν βάζεις τον κώλο σου να σου κάνει δουλειά, σκατά δουλειά θα κάνει.
- Τι έχουν τα έρμα και ψοφάνε; Με ήλιο τα μπάζουμε, με ήλιο τα βγάζουμε.
Ανικανότητα
- Χρυσάφι πιάνει, χώμα γίνεται.
- Ο κακός χέστης δυο φορές τα κάνει.
- Δεν μπορεί να μοιράσει δυο γαϊδουριών άχυρα.
- Σαράντα χρόνια μάστορας και μάστορα γυρεύω.
- Ο κακός ο μάστορης με τα σύνεργά του τα βάζει.
- Αντί να βγει από την πόρτα βγαίνει από το παράθυρο.
- Όποιος δεν ξέρει να γδάρει, χαλάει και κρέας και τομάρι.
- Δεν μπορείς εσύ να κλάσεις, και κουλούρια θες να πλάσεις.
- Άντρας γέρος, γυναίκες νιές, πάντα κάνουνε κακές δουλειές.
Διστακτικότητα
- Πίσω να πάει ντρέπεται, μπροστά να πάει φοβάται.
- Ως να συλλογιστεί ο γνωστικός, περνά το γεφύρι ο τρελός.
Αχαριστία
- Αχόρταγο κι αχάριστο, ποτέ να μη βοηθάς.
- Τον έμαθα να κολυμπά, γυρεύει να με πνίξει.
- Εγώ σ’ έχτισα φούρνε μου κι εγώ θα σε χαλάσω.
- Ανάθρεψε τον ποντικό να φάει και το σακί σου.
- Έμαθε να βελονιάζει και γαμεί το μάστορή του.
- Θρέψε λύκο το χειμώνα, να σε φάει το καλοκαίρι.
- Πάρ’ τον στο γάμο σου να σου πει και του χρόνου.
- Του κακού αν κάνεις χάρη, σε κακό θε να το πάρει.
- Όσο και να δουλέψει ο γάιδαρος, αγκάθια τον ταγίζουν.
- Όσο καιρό θερίζαμε «Βασίλη και Βασίλη» και σαν αποθερίσαμε, «όξω, μωρέ κασίδη!»
Πλεονεξία
- Βοήθα με φτωχέ να μη σου μοιάσω.
- Κλαίν’ οι χήρες, κλαίν’ κι οι παντρεμένες.
- Όποιος θέλει τα πολλά, χάνει και τα λίγα.
- Και την πίτα σωστή και το σκύλο χορτάτο.
- Και γαλάτα και μαλάτα και θηλυκά τ’ αρνιά.
- Tο ένα μάτι στο γιαχνί και τ’ άλλο στο πιλάφι.
- Τα πολλά και τα περίσσια μας χαλάσανε τα ίσια.
- Εφτά νομάτοι δυο ψωμιά κι εγώ ο καημένος ένα.
- Κουμπάρε φάε και ψωμί· καλά είν’ και τα κοψίδια.
- Γλυκάθηκε η γριά στο μέλι, θα φάει και το κουβέλι.
- Δώκαν του χωριάτη αυγό και το ‘θελε και ρουφηχτό.
- Αν δεν πεινάσουν οι φτωχοί, οι πλούσιοι δε χορταίνουν.
- Καλόμαθε η γριά στα σύκα και εμπαινόβγαινε κι εζήτα.
- Ο πλούσιος που παρακαλεί το Θεό, κακό έχει στο νου του.
- Του παπά η κοιλιά είν’ αμπάρι, θέλει να φάει και να πάρει.
- Όποιος στην ξέρα περπατεί και θάλασσα γυρεύει, ο διάβολος οπίσω του κουκιά του μαγειρεύει.
Φιλαργυρία
- Μάζευε κι ας είναι ρώγες.
- Όποιος λυπάται το καρφί, χάνει και το πέταλο.
- Που ‘χει πολλά τα γρόσια, θέλει πάντα κι άλλα τόσα.
- Του φτωχού του λείπουνε πολλά μα του φιλάργυρου όλα.
- Τούρκον είδες; Γρόσια θέλει. Κι άλλον είδες; Κι άλλα θέλει.
- Για να μη φάγει ο γάτος το ψωμί, τρώει ο ποντικός τα ρούχα.
- Εξόδεψε ο φιλάργυρος παράδες στ’ όνειρό του, και την αυγή κρεμάστηκε απ’ τον πολύ καημό του.
Ισχυρογνωμοσύνη
- Το γινάτι βγάζει μάτι.
- Βάστα τα γινάτια σου να μη σου βγουν τα μάτια σου.
- Θέλω την κι ας είναι χήρα και φτωχή και κακομοίρα.
- Όποιος δε βάζει νερό στο κρασί του, το πληρώνει διπλά το φαΐ του.
Δύσκολοι χαρακτήρες
- Στο καρφί, καρφί δε μπαίνει.
- Το στραβό το ξύλο η φωτιά το σιάζει.
- Κι εγώ κακό χερόβολο και συ κακό δεμάτι.
- Πάντα ξεχνά η πεθερά πως ήτονε και νύφη.
- Τι κυράτσα παπαδιά, τι κυράτσα ράφταινα.
- Στο καλάθι δεν χωρεί, στο κοφίνι περισσεύει.
- Δεν τον πιάνεις ούτε στο σακί ούτε στο σακούλι.
- Εκάκιωσεν ο μπάμπακας κι η λίμνη δεν το ξέρει.
- Όσες πράσινες φοράδες, τόσες καλοπεθεράδες.
- Η φακή νερό δεν είχε και έβραζε με το ζουμί της.
- Όπου γέρος κακό σκάνταλο, όπου γριά κακή βουλή.
- Στη γειτονιά τριαντάφυλλο και μες στο σπίτι αγκάθι.
- Ο καλός ο πεθερός, γάιδαρος καμαρωτός και η κακιά η πεθερά, κολοβή οχιά.
- Το ήμερο τ’ αρνί βυζαίνει από δυο μανάδες και το άγριο δε βυζαίνει ούτε απ’ τη μάνα του.
Απάθεια
- Εμείς οι βλάχοι, όπως λάχει.
- Χέστηκε η φοράδα στ’ αλώνι.
- Σιγά μη χάσει η Βενετιά βελόνι.
- Χέστηκε η Φατμέ στο Γενί τζαμί.
- Δε φοβάται ο παστουρμάς τ’ αλάτι.
- Ο βρεγμένος τη βροχή δεν τη φοβάται.
- Ας γυρίζει ο μύλος, κι ας τρώει ο χοίρος.
- Καθαρός ουρανός αστραπές δε φοβάται.
- Το χωριό καιγότανε κι η νύφη στολιζότανε.
- Τον ξεδιάντροπο φτύνανε κι έλεγε ψιχαλίζει.
- Εδώ καράβια χάνονται, βαρκούλες αρμενίζουν.
- Από πίτα που δεν τρως, τι σε νοιάζει κι αν καεί.
- Μαριγούλα Μαριγώ, κι αν δε με θες, να κι εγώ!
- Μακριά απ’ τον κώλο μου, κι ας είναι δέκα μέτρα.
- Άνεμος που δεν μποδίζει, άφησέ τον κι ας βουίζει.
- Καημό που το ‘χε η ρίγανη, που εκάη το καταράχι.
- Χέστηκε ο Πολύδωρος που ‘ναι στα πόδια γρήγορος.
- Στραβά φορεί το φέσι του, παρά δεν έχ’ στην τσέπη του.
Αυτοκαταστροφή
- Ξύνεται στην γκλίτσα του τσοπάνη.
- Το δάσος από τα ίδια του τα ξύλα καίγεται.
- Λαγός τη φτέρη έσειε, κακό του κεφαλιού του.
- Έκαψ’ την καλύβα του να μη τον τρων’ οι ψύλλοι.
Παράνοια & Τρέλα
- Η τρέλα δεν πάει στα βουνά.
- Γελά ο τρελός στ’ αγέλαστα.
- Οι τρελοί κουδούνια δεν έχουν.
- Τον τρελό κι αν ορμηνεύεις, κρύο σίδερο δουλεύεις.
- Απ’ τα πολλά τα γέλια, τον καταλαβαίνεις τον τρελό.
- Ο τρελός και το άσπρο άλογο από ένα μίλι φαίνονται.
- Ο τρελός με την τρελάρα του, γεμίζει την κοιλάρα του.
Δειλία
- Το μάτι δειλό μα το χέρι τολμηρό.
- Ο φοβητσιάρης άνθρωπος φοβάται και το δίκιο του.
Κακία
- Ο κακός κακά λογιάζει.
- Κακό χωριό τα λίγα σπίτια.
- Ο άνθρωπος γίνεται κακός γιατί τον αδικούνε.
- Όπου δεις κακή γυναίκα δυο βολές τηνε χαιρέτα.
- Κάλλιο να ζεις με το διάολο παρά με κακιά γυναίκα.
- Του κακού, κακό μην κάνεις, το δικό του τόνε φτάνει.
- Ν’ άκουγε ο Θεός τον κόρακα, όλοι οι γάιδαροι θα ψοφούσαν.
Φθόνος & Ζήλια
- Το μάτι σπάει την πέτρα.
- Παπάς παπά καλό δεν θέλει.
- Να ‘ταν η ζήλια ψώρα, θα ξυνόταν όλη η χώρα.
- Το δέντρο που ‘χει τον καρπό, όλο πετροβολιέται.
- Μία αλεπού κοψονούρα, όλες τις θέλει κοψονούρες.
- Η ζούλια να ‘τανε κασίδα, θα κατέβαινε ως τα φρύδια.
- Μητ’ ο σκύλος τρώει τ’ άχυρο μήτε τον γάιδαρο αφήνει.
- Άσπρο κώλο που ‘χει η νύφη, να ‘χαμε και μεις οι γύφτοι.
- Του ζηλιάρη είναι γραμμένο να ‘ναι το συκώτι του πρησμένο.
Μικροπρέπεια
- Το γύφτο κάναν βασιλιά κι αυτός γύρευε ρείκια.
- Η κουρούνα όπου κι αν πάει, τον κώλο της μαζί τον κουβαλάει.
Θρασύτητα
- Το μάτι δειλό μα το χέρι τολμηρό.
- Γελά που κλάνει μα δεν του πιάνει.
- Ήρθαν τα άγρια να διώξουν τα ήμερα.
- Χόρτασ’ η ψείρα και βγήκε στον γιακά.
- Έκανε η μύγα κώλο κι έχεσε τον κόσμο όλο.
- Σώπα συ να κρίνω γω, σήκω συ να κάτσω γω.
- Ελάτε γνωστικοί να φάτε του τρελού το βιος.
- Η γριά δεν είχε δόντια κι ήθελε και παξιμάδια.
- Φάε κουμπάρε ελιές, καλό είν’ και το χαβιάρι.
- Σηκώθηκαν τα πόδια να χτυπήσουν το κεφάλι.
- Δώσ’ μου το ψωμάκι σου να σ’ το δίνω από λίγο.
- Σηκώθηκαν τ’ αγγούρια να πηδήξουν το μανάβη.
- Αντί να βογκάει ο γάιδαρος βογκάει ο καβαλάρης.
- Όποιος σε κλάσει χέσε τον μη βγει καλύτερός σου.
- Στον πόρδο μη θαρρεύεσαι και χέσεις το βρακί σου.
- Εκεί που μας χρωστούσανε, μας πήραν και το βόδι.
- Τον μαστραπά τον έσπασες, κρασί τι μου γυρεύεις;
- Δώσε θάρρος στο χωριάτη να σ’ ανέβει στο κρεβάτι.
- Κάνε αστείο σε γαϊδούρι και θα φας κλοτσιά στη μούρη.
- Δωσ’ μου κυρά τον άνδρα σου και παρ’ τον κόπανό μου.
- Η γριά δεν έλπιζε να παντρευτεί και αρραβώνα γύρευε.
- Τούρκον είδες; Γρόσια θέλει. Κι άλλον είδες; Κι άλλα θέλει.
- Μια του κλέφτη, δυο του κλέφτη, τρεις και την κακή του μοίρα.
- Αν χωρατέψεις με το γάιδαρο, θα σε χτυπήσει στο πρόσωπο με την ουρά.
Υποκρισία
- Απορία ψάλτου βηξ.
- Γάτος γαμάει και γάτος σκούζει.
- Μπρος φίλος και πίσω σκύλος.
- Πάρ’ τη σκούφια σου και βάρα με.
- Ο πρωτομυριστής και πρωτοκλαστής.
- Ανάθελα ξεκίνησε και θελητά του πήγε.
- Παπάς εγίνεις Κώστα; Το ‘φερ’ η κατάρα.
- Αντίς να βογκάει το βόδι, βογκάει τ’ αμάξι.
- Θέλω ν’ αγιάσω κι ο διάβολος δεν μ’ αφήνει.
- Δάσκαλε που δίδασκες και νόμο δεν εκράτεις.
- Κλαίει η αλεπού που πήρε ο αετός την κλώσα.
- Φωνάζει ο κλέφτης για να φοβηθεί ο νοικοκύρης.
- Ο άντρας μου είναι κερατάς κι εγώ καλή γυναίκα.
- Για τον πόνο του βοδιού, γλείφει ο λύκος το ζυγό.
- Αντιπατώ κι αντιλαλώ για τους κακούς γειτόνους.
- Ας πηδάμε κι ας γελάμε για να λεν πως δεν πεινάμε.
- Πουτάνα με τα κλάματα και κλέφτης με τους όρκους.
- Έχετε γεια γειτόνισσες, πάω να κοινωνήσω,
και άμα γυρίσω απ’ την εκκλησιά, έρχομαι να σας βρίσω.
Μάσκες
- Από ‘ξω κούκλα κι από μέσα πανούκλα.
- Κι αλευρωμένος να ‘ναι ο ποντικός, η γάτα τον γνωρίζει.
No comments:
Post a Comment